Για το καλό μου – Ανάλυση στίχων
Το τραγούδι “Για το καλό μου”, σε μουσική και στίχους του Γιάννη Μηλιώκα, αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και διαχρονικά κομμάτια της ελληνικής μουσικής σκηνής. Οι – γεμάτοι συμβολισμούς, ειρωνεία και πικρία – στίχοι του, αποτυπώνουν την πίεση που ασκεί η κοινωνία στον άνθρωπο να συμμορφώνεται με πρότυπα και επιταγές που υποτίθεται ότι είναι “για το καλό του”. Στην ανάλυση που ακολουθεί, θα εξετάσουμε πώς οι στίχοι αυτού του τραγουδιού καταφέρνουν να θίξουν θέματα όπως η ατομική ελευθερία, η κοινωνική υποκρισία και η αναζήτηση του προσωπικού νοήματος.
Είδα ένα κόσμο να γκρεμίζεται μπροστά μου
Είδα να γίνεται γιαπί η γειτονιά μου
Για το καλό μου
Είδα τα δέντρα που σκαρφάλωνα κομμένα
Σε φορτηγό τα όνειρα μου φορτωμένα
Για το καλό μου
Σε αυτούς τους στίχους, ο αφηγητής περιγράφει τη βίαιη αλλαγή του οικείου περιβάλλοντός του: ο κόσμος «γκρεμίζεται» και η γειτονιά γίνεται «γιαπί», δηλαδή ένα εργοτάξιο που δεν θυμίζει σε τίποτα πια την παλιά του ζωή. Τα δέντρα που σκαρφάλωνε συμβολίζουν τα σχέδια που έκανε όταν ήταν παιδί και πλέον δεν υπάρχουν (είναι κομμένα). Στην ίδια λογική είναι και τα «όνειρα που φορτώνονται σε φορτηγό» και συμβολίζουν την απώλεια της ελπίδας.
Τέλος, η ειρωνική επωδός «Για το καλό μου» αναδεικνύει την αμφισβήτηση του αφηγητή απέναντι σε μια «ανάπτυξη» που φαίνεται να καταστρέφει όλα όσα αγαπά.
Είδα το δάσκαλο να, με χτυπάει με ζήλο
Είδα τα χέρια μου, πρησμένα από το ξύλο
Είδα τα νεύρα μου, σιγά σιγά να σπάνε
Με καλοσύνη και στοργή να με χτυπάνε
Η σκληρή συμπεριφορά του δασκάλου σχετίζεται με μία παιδική ηλικία στην οποία υπήρχε βία και καταπίεση. Έτσι, ο αφηγητής παρουσιάζεται αδύναμος μπροστά σε όσους υποτίθεται ότι ενεργούν «για το καλό του», αλλά στην πράξη του προκαλούν τραύματα σωματικά και ψυχολογικά. Η ψυχολογική πίεση αυξάνεται, καθώς βλέπει τα νεύρα του να «σπάνε» ενώ οι λέξεις «καλοσύνη» και «στοργή» χρησιμοποιούνται ειρωνικά μιας και συνοδεύονται από χτυπήματα. Ουσιαστικά, δηλώνει ότι οι πράξεις βίας βαφτίζονται «φροντίδα» και «σωστή αγωγή».
Για το καλό μου, για το καλό μου
Ώσπου δεν άντεξε στο τέλος το μυαλό μου
Πήρε ανάποδες στροφές για το καλό μου
Και είμαι στο θάλαμο εννιά για το καλό μου
Στην ηρεμία για να βρω τον εαυτό μου
Τελικά, το μυαλό του δεν αντέχει αυτό το βάρος, αποτυπώνοντας μια εσωτερική κατάρρευση. Έτσι, οδηγείται σε ένα ψυχιατρικό θάλαμο (θάλαμος εννιά), όπου υποτίθεται ότι θα βρει τον εαυτό του μέσω της ηρεμίας…
Είδα να κόβουν τη μπουκιά για τη μπουκιά μου
Ρούχα να φτιάχνουν απ’ τα ρούχα τα παλιά μου
Για το καλό μου
Είδα τη μάνα μου να κλαίει απελπισμένα
Είδα το γέρο μου να φεύγει για τα ξένα
Για το καλό μου
Η φτώχεια και η ανέχεια περιγράφονται μέσα από την πρακτική του να φτιάχνονται «ρούχα από ρούχα» και κάποιοι (πιθανότατα οι γονείς του) να κόβουν τη μπουκιά τους για να του δώσουν να φάει. Όλα αυτά υποδηλώνουν μια οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση, η οποία δεν έχει τέλος. Η μητέρα που κλαίει και ο πατέρας που αναγκάζεται να φύγει «για τα ξένα» μαρτυρούν τις δυσκολίες που έχει περάσει τόσο εκείνος όσο και τα πολυαγαπημένα του πρόσωπα. Κι όλα αυτά, ξανά, με την επωδό «Για το καλό μου», που εδώ πια βγάζει μία πικρία.
Είδα τους φίλους μου να σκίζονται για μένα
Είδα να θέλουν να ξεκόψω από σένα
Είδα χαράματα να με τραβάν στο τμήμα
Για να γλιτώσω το κελί να πω το ποίημα
Εδώ παρατηρείται μια σύγκρουση στον κοινωνικό περίγυρο: οι φίλοι «σκίζονται» για να τον βοηθήσουν, αλλά ταυτόχρονα επιθυμούν να τον απομακρύνουν από μια σχέση ή κατάσταση που θεωρούν βλαπτική. Ίσως αναφέρεται ειρωνικά σε δήθεν φίλους, οι οποίοι τελικά ήθελαν να τον χειραγωγούν.
Η σύλληψη που αναφέρεται στη συνέχεια ενισχύει το κλίμα της καταστολής και του ελέγχου, με την αβεβαιότητα να κυριαρχεί. Ο αφηγητής υποχρεώνεται να «πει το ποίημα» – μια μεταφορά για την αποδοχή ή την υποταγή σε ένα καθεστώς ή μια ιδεολογία, ώστε να «γλιτώσει το κελί».
Για το καλό μου, για το καλό μου
Έχει μουδιάσει το κορμί και το μυαλό μου
Ενέσεις, χάπια, ηλεκτροσόκ, για το καλό μου
Σήμερα πήρανε νεκρό τον διπλανό μου
Ενώ παλεύω για να βρω τον εαυτό μου
Η λύτρωση δεν ήρθε τελικά στο ψυχιατρείο. Το σώμα και το μυαλό «μουδιάζουν», δείχνοντας ότι η θεραπεία επιβάλλεται με βίαιες μεθόδους («ενέσεις, χάπια, ηλεκτροσόκ»), μη αφήνοντας χώρο για πραγματική ανάρρωση. Τελικά, η ηρεμία στην οποία θα έβρισκε τον εαυτό του δεν υπήρχε και όσο εκείνος συνεχίζει να παλεύει, ο θάνατος του διπλανού του κορυφώνει την απόγνωση.
Κι έχω κρυμμένο το σουγιά για το καλό μου
Παρ’ όλα αυτά, ο αφηγητής έχει «κρυμμένο το σουγιά» και αυτό μπορεί να ερμηνευτεί με δύο τρόπους.
Στην πρώτη ερμηνεία, ο σουγιάς συμβολίζει την πρόθεση του αφηγητή να τον στρέψει προς τον ίδιο του τον εαυτό, σε μια δραματική έκφραση της απελπισίας του. Σε αυτή την περίπτωση, το «για το καλό μου» δηλώνει την ανακούφιση ή τη λύτρωση από τον πόνο και τα βάσανα που βιώνει.
Στη δεύτερη ερμηνεία, ο σουγιάς γίνεται όπλο αντίστασης απέναντι σε αυτούς που τον καταπιέζουν. Το «για το καλό μου» εδώ παίρνει τη σημασία της αγωνιστικότητας και της αποφασιστικότητας να υπερασπιστεί την αξιοπρέπειά του και να παλέψει μέχρι τέλους ενάντια στους βασανιστές του, διατηρώντας το θάρρος και την αυτοεκτίμησή του.
Ο Γιάννης Μηλιώκας, δίνει πάντως την απάντησή του σε σχέση με τον τελευταίο στίχο, σε συνέντευξη του στην ιστοσελίδα dinfo.gr, από όπου είναι και το ακόλουθο απόσπασμα:
Εκεί μπαίνει ο χαρακτήρας μου και λέει σας ανέχτηκα μέχρι εδώ «για το καλό μου», εσείς μια ιδέα είπατε, αλλά εγώ παραλίγο να πεθάνω από την ιδέα σας, από τη γνώμη σας για το τι θα μπορούσα να κάνω στη ζωή μου, και είμαι πάρα πολύ καλά προετοιμασμένος γι αυτόν που θα’ρθει ξανά να μου πει κάτι «για το καλό μου», να ρυθμίσει τη ζωή μου «για το καλό μου»… ακύρωσα μέσα μου αυτή τη λεζάντα που υπάρχει «για το καλό σου» … κάποτε ήμουνα εύπιστος και νόμιζα ότι αυτά που μου λέγανε ήτανε πολύ χρήσιμα, πολύ ωφέλιμα, εντελώς ακίνδυνα, και τεκμηριωμένα… κινδύνευσα ακολουθώντας συμβουλές, και όταν πήγαινα μετά να ζητήσω εξηγήσεις από αυτούς που μου τις έδιναν, μου λέγανε «καλά εμείς μια κουβέντα είπαμε…
Για περισσότερες αναλύσεις στίχων από δημοφιλή τραγούδια και ποιήματα, κάνε κλικ εδώ.