Μπούμερανγκ – Γιάννης Μαρής
Στο μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή ” Ακριβώς στις 12 και 15′ ” (δημοσ. περιοδικό Πρώτο,1960) ο συγγραφέας μας αναλύει την τεχνική του μπουμεραγκ.
– Έχετε ακούσει για το ” Μπούμερανγκ “, ρώτησε ο Μπέκας. Εγώ το διάβασα σε κάποιο εβδομαδιαίο περιοδικό. Είναι ένα όπλο των ιθαγενών της Αυστραλίας ή της Νέας Ζηλανδίας, δεν είμαι βέβαιος. Ένα περίεργο όπλο που οι ιθαγενείς το ρίχνουν με τέτοιο τρόπο, που εκείνο γυρίζει πίσω. Αν δεν προσέξει αυτός που το χρησιμοποιεί, υπάρχει κίνδυνος να χτυπήσει τον ίδιο. Η πολλή εξυπνάδα σ ‘ ένα έγκλημα μοιάζει καμιά φορά με το ” Μπούμερανγκ”.
Γυρίζει και χτυπά τον ίδιο τον εγκληματία.
Το 1968 ο Μαρής θα ξεκινήσει να δημοσιεύει σε συνέχειες το “Μπούμερανγκ” στην εφημερίδα Ακρόπολις, μια ιστορία που ο αστυνόμος Μπέκας θα κάνει την εμφάνιση του λίγες μόλις σελίδες πριν από το τέλος.
Την έρευνα σε αυτό το βιβλίο έχει αναλάβει ο αρχιτέκτων – μηχανικός Αλέκος Κομνηνός.
… – Τη βλέπεις; ρώτησε ο Κωνσταντινίδης.
Έγνεψε “ναι”. Μια γυναίκα μπήκε για μια στιγμή στο φωτισμένο “καρρέ” του παραθύρου. Ο άνδρας έβαλε το περίστροφο στην τσέπη του. Δεν έβλεπε καθαρά, γιατί μια κουρτίνα σκέπαζε το φωτισμένο τετράγωνο. Μια κουρτίνα όμως σχεδόν διαφανής.
– Κι έκανες τον δύσκολο, έλεγε γελώντας ο Κωνσταντινίδης. Δώσε μου να δω κι εγώ.
Δεν του έδωσε. Έβλεπε ή το φαντάστηκε; Στο πάτωμα ήταν ξαπλωμένος κάποιος, ακίνητος. Ο άντρας έσκυβε πάνω του.
– Κοίταξε, είπε ψιθυριστά στον Κωνσταντινίδη, και του έδωσε τα κιάλια. Νομίζω πώς κάτι έγινε.
– Τί;
– Ένα έγκλημα. Εκεί. ..
Αφετηρία της ιστορίας μας η επίσκεψη του Κομνηνού στο διαμέρισμα του φίλου του, που από το ρετιρέ φαινόταν πιάτο αισθησιακά η Αθήνα. Ο Κωνσταντινίδης είχε ένα βίτσιο• να κοιτάζει με σβηστά τα φώτα τα άλλα διαμερίσματα, με τα δυνατά, στρατιωτικά του κιάλια. Ήταν το δικό του μεγάλο θέαμα.
Αυτό που είδε ο Κομνηνός εκείνο το βράδυ μέσα από τα κιάλια το διάβασε στις εφημερίδες την επόμενη ημέρα. Είχε πραγματοποιηθεί η σύλληψη του φονιά. Ο Δεληγιώργης σκότωσε τον φίλο του Νικολαΐδη.
Ο Κομνηνός όμως δεν βολεύεται. Ταπεινά και εγωιστικά, καταλαβαίνει πως η νέα δουλειά που του προσφέρεται και η εξωπραγματική αμοιβή για το ταξίδι στη Νέα Υόρκη, κρύβουν δαίμονες.
Αυτούς που ξύπνησαν όταν είδε το φονικό και όταν κατάλαβε πως ενοχλήθηκαν οι νέοι του εργοδότες.
Ναι, θέλουν να τον σταματήσουν να σκαλίζει το γεγονός. Δεν θέλουν να μαθευτεί ποιος σκότωσε τον Νικολαΐδη, έναν φαντασμένο Δον Ζουάν και ζιγκολό.
Με τη βοήθεια του συναδέλφου του Αποστόλου, της αρραβωνιαστικιάς του και ενός σωματοφύλακα που τώρα απέκτησε, θα καταφέρει στο τέλος να ξεμπροστιάσει τους ενόχους.
Μαζί και τον σκληροπυρηνικό Τζέημς Παπούλιας, που από φορτωτής στις μαούνες της Αργεντινής κατέληξε ζαμπλουτος, δαιμόνιος επιχειρηματίας.
… Το βλέπε πως έμπαινε στη ζωή ενός ανθρώπου, ενώ εκείνος δεν το ήθελε. .. Ήταν στο κάτω κάτω της γραφής παράλογο να θέλει να εμποδίσει κάποιον που επιθυμεί να θυσιαστεί. ..
Όχι ο Δεληγιώργης ΔΕΝ ήθελε να σωθεί. Ήτανε από εκείνα τα ανθρωπάκια με τα “ευγενικά αισθήματα” και τις “ηθικές αρχές” , που τον έκαναν να πιστεύει με μεγάλη ευλάβεια ότι του είπε η αγαπημένη του.
Μέχρι που ήρθε ο Κομνηνός και του σέρβιρε το κυρίως γεύμα • την ΠΡΟΔΟΣΊΑ μιας γυναίκας…. !!!
Το βιβλίο “Μπούμερανγκ” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα με εισαγωγή του Ανδρέα Αποστολίδη.
Το βιβλίο ” Ακριβώς στις 12 και 15′ ” μπορείτε να το ακούσετε στο YouTube με την γοητευτική φωνή του Ανδρέα Μπάρκουλη στον ρόλο του αστυνόμου Μπέκα.
——-
Η πραγματική δημιουργός του αστυνομικού μυθιστορήματος θεωρείται η Άνν Κάθριν Γκρήν ( 1846-1935) παρουσιάζοντας τον πρώτο επίσημο ντετέκτιβ, τον δυναμικό και εύσωμο Εμπενήζερ Γκράης τον οποίο κάποιες φορές βοηθούσε η αδιάκριτη γεροντοκόρη της υψηλής κοινωνίας Αμίλια Μπάττεργουερθ , πρότυπο για τη Μις Μάρπλ.
Ο Γιάννης Μαρής ( 1916-1979) θεωρείται ο πατέρας του αστυνομικού μυθιστορήματος στην Ελλάδα και ο πρώτος που έδειξε την δυναμική των αστυνομικών βιβλίων με κοινωνικές προεκτάσεις.