Ρόζα – Ανάλυση και Νόημα των Στίχων
Η Ρόζα κυκλοφόρησε το 1996 ως ένα από τα τραγούδια του εμβληματικού δίσκου με τίτλο “Στου Αιώνα την Παράγκα”. Τη μουσική έχει γράψει ο τεράστιος Θάνος Μικρούτσικος, τους στίχους ο αγαπημένος Άλκης Αλκαίος και το τραγούδησε πρώτος ο αθάνατος Δημήτρης Μητροπάνος. Ένα ζεϊμπέκικο γραμμένο σε πιάνο. Ένα ζεϊμπέκικο που μιλάει στην ψυχή μου. Τι σημαίνουν όμως οι στίχοι; Παρακάτω, θα κάνω μία ανάλυση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να δοθούν διαφορετικές ερμηνείες.
Τα χείλη μου ξερά και διψασμένα
γυρεύουνε στην άσφαλτο νερό περνάνε δίπλα μου τα τροχοφόρα και συ μου λες μας περιμένει η μπόρα και με τραβάς σε καμπαρέ υγρό
Ξερά και διψασμένα χείλη αναζητούν νερό στην άσφαλτο, ενώ τα αυτοκίνητα περνούν. Είναι αυτό δυνατόν; Μια αναζήτηση που δεν πρόκειται να ικανοποιηθεί. Εκείνη την ώρα εμφανίζεται ένα άτομο που δίνει ελπίδα (μπόρα) και τραβάει τον ομιλητή σε ένα μέρος όπου μπορεί να σβήσει τη δίψα του (υγρό καμπαρέ). Η δίψα, θα μπορούσε να είναι η αναζήτηση για κάτι γνήσιο σε έναν κόσμο που κυριαρχεί η υποκρισία.
Βαδίζουμε μαζί στον ίδιο δρόμο
μα τα κελιά μας είναι χωριστά σε πολιτεία μαγική γυρνάμε δε θέλω πια να μάθω τι ζητάμε φτάνει να μου χαρίσεις δυο φιλιά
Στίχοι γεμάτοι συναισθήματα που αντικατοπτρίζουν όμως μια πολύπλοκη κατάσταση. Παρόλο που και οι δύο ζουν μαζί (στον ίδιο δρόμο), ο καθένας έχει τον δικό του εσωτερικό κόσμο και αντιμετωπίζει τις δικές του δυσκολίες και προκλήσεις (χωριστά κελιά). Η αναφορά σε μια μαγική πολιτεία υπονοεί έναν κόσμο ονειρικό, όπου οι δύο άνθρωποι αναζητούν κάτι που ίσως δεν μπορούν να ορίσουν ακριβώς. Τα δυο φιλιά αντιπροσωπεύουν την απλότητα της επαφής, της αγάπης και της αποδοχής. Μια απλότητα, η οποία τελικά μπορεί να είναι αρκετή για να γεμίσει με νόημα την κάθε στιγμή…
Με παίζεις στη ρουλέτα και με χάνεις
σε ένα παραμύθι εφιαλτικό φωνή εντόμου τώρα ειν’ η φωνή μου φυτό αναρριχώμενο η ζωή μου με κόβεις και με ρίχνεις στο κενό
Εδώ, η ψυχολογία αλλάζει και δημιουργείται μια πολύ δυσάρεστη και συναισθηματικά φορτισμένη κατάσταση. Τελικά, φαίνεται πως οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντέξουν το απλό και το παίζουν στην τύχη (εξ ου και η αναφορά στη ρουλέτα). Όλο αυτό όμως, μετατρέπει το παραμύθι σε εφιάλτη.
Ο Φρόυντ είχε πει πως “Δεν είμαστε ποτέ τόσο ανυπεράσπιστοι απέναντι στον πόνο, όσο όταν αγαπάμε”. Αυτό ακριβώς περιγράφει και ο ομιλητής. Ένα αναρριχώμενο φυτό που είχε τόσες προοπτικές να φτάσει ψηλά και όμως το αγαπημένο του χέρι όχι μόνο το έκοψε, αλλά το πέταξε και στο κενό. Πλέον, είναι αδύναμος να ελέγξει τη ζωή του, αισθάνεται πως δεν έχει κατεύθυνση ή ελπίδα και απλώς βυθίζεται στα άσχημα συναισθήματά του.
Πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία
πώς η ιστορία γίνεται σιωπή τι με κοιτάζεις Ρόζα μουδιασμένο συγχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί
Εδώ ο ομιλητής, έχει αρχίσει να αμφιβάλει για όσα έζησε και αυτό τον πονάει περισσότερο από όλα. Μήπως τελικά, όλο αυτό βασιζόταν σε μία ανάγκη του; Μήπως τελικά αυτό που μας λείπει περισσότερο σε αυτό τον κόσμο είναι η ουσιαστική και χωρίς παιχνίδια επικοινωνία; Μήπως η ανάγκη του για ουσιαστική επικοινωνία τον οδήγησε να πλάσει κάτι στο μυαλό του που τελικά δεν υπήρχε και όλο αυτό ήταν καταδικασμένο να καταλήξει στην σιωπή; Η αποξένωση τον πνίγει και φαίνεται να θέλει να απολογηθεί που δεν μπορεί να ακολουθήσει τους ξέφρενους ρυθμούς αυτού του κόσμου.
Οι στίχοι αυτοί αποπνέουν μια θλίψη και τονίζουν πόσο δύσκολη είναι η αναζήτηση για νόημα σε έναν κόσμο που φαίνεται να γίνεται ολοένα και πιο ακατανόητος.
Ποια είναι η Ρόζα; Δεν ξέρω. Είναι κάποια που φαίνεται να απογοήτευσε. Μπορεί να ονόμαζε έτσι τη συνείδησή του. Πολλοί λένε πως αναφέρεται στη Ρόζα Λούξεμπουργκ αλλά δεν το επιβεβαίωσε ποτέ ο Άλκης Αλκαίος. Μπορεί να είχε ονομάσει έτσι την συνείδησή του εμπνευσμένος από την Λούξεμπουργκ. Δεν το αποκλείω. Μπορεί σε τελική ανάλυση να είναι κάτι διαφορετικό για τον καθένα. Δεν έχει τόση σημασία εδώ και ας λέγεται Ρόζα το τραγούδι.
Αγάπη μου από κάρβουνο και θειάφι
πώς σ’ έχει αλλάξει έτσι ο καιρός περνάνε πάνω μας τα τροχοφόρα και γω μέσ’ στην ομίχλη και τη μπόρα κοιμάμαι στο πλευρό σου νηστικός
Οι στίχοι αναδεικνύουν την εξέλιξη προς το αρνητικό που είχε τελικά η σχέση. Η αναφορά σε κάρβουνο και θειάφι δεν είναι τυχαία και εκφράζει την αρχική απλότητα και αυθεντικότητα. Ο χρόνος και οι συνθήκες, όμως, έχουν αλλάξει την κατάσταση. Τελικά, δεν ξεδίψασε κανείς και πλέον τα τροχοφόρα δεν περνάνε δίπλα αλλά από πάνω…
Τυχαίο δεν είναι και το γεγονός ότι ο ομιλητής βρίσκεται πλέον στην ομίχλη και τη μπόρα. Αυτή η περιγραφή προσδίδει μια αίσθηση απομόνωσης και αβεβαιότητας. Το να κοιμάται νηστικός στο πλευρό του άλλου μπορεί να υποδηλώνει την ανάγκη για παρηγοριά ή την ανικανότητα να βρει τη γαλήνη που τόσο ζητούσε. Μπορεί ακόμα να τρέφει συναισθήματα και ας απέτυχαν να υλοποιήσουν τους στόχους του. Από την άλλη, μπορείνα νιώθει πολύ αδύναμος. Φαίνεται όμως πως τα έχει αποδεχτεί όλα και είναι αποφασισμένος να μείνει εκεί έως ότου πεθάνει από την πείνα. Μια πείνα για αυθεντική επικοινωνία, που δεν θα καταλαγιάσει μέσα του ποτέ…